Έτσι ιδρύθηκε

Ο Γιώργος ο Μοναχικός (Γ.Μ.) ζήτησε να τον γράψουν, μα δε τον γράψανε. Όμως αυτός ευγενικά τους έγραψε και γράφτηκε μόνος του μέλος στο Σύλλογο Μεσουρανούντων "Συλλομεσούρ"
- a king size life society - ο σύλλογος για τη μακροζωία...

- Τη λάτρευε τη Σοφούλα! Κοντά της ένιωθε ...φιλόσοφος...

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ
Θέλετε να την ... καδράρετε; Διαστάσεις κάδρου... τρία... επί δύο πόδια...
===========================================

Έκθεση ιδεών

Θέμα: Θρησκεία - Αριστοκρατία - Μητρότητα - Μυστήριο

Η έκθεση της Μαρίας:

                    Ώ Θεέ μου, ανέκραξε η δούκισα.
                    Έμεινα έγκυος, αλλά δεν ξέρω από ποιόν!


Μαρία με τα κίτρινα

.

Καλό σου ταξίδι, Θανάση


'Εφυγε ο Νάσος ξαφνικά, για πάντα. Φτώχυνε κι ο σύλλογος. Δεν μπορώ
να γράψω λέξη. Καλό σου ταξίδι, λεβέντη.


Ιδού η απορία.

.
"Όταν περνάς, καλέ, γιατί τα μάτια χαμηλώνεις..."
.

Το μοιραίο λάθος της καθαρίστριας (2 και τέλος)

(Κι αυτό τύπου W.C.)

Μαζεύτηκαν όλοι γύρω γύρω από το πτώμα. Οι κυρίες προσπαθούσαν
να καθησυχάσουν την τρομαγμένη καθαρίστρια. Οι άντρες προσπαθούσαν
ν΄αναγνωρίσουν το πτώμα, αλλά δεν μπορούσαν να το διακρίνουν καλά.
Η ομίχλη βρίσκοντας ανοιχτή την είσοδο της πολυκατοικίας είχε εισχωρήσει
στην οικοδομή. Βέβαια είχαν ανάψει τα κοινόχρηστα φώτα, αλλά τί να σου
κάνουν κι αυτά με τις μικρές τους λαμπίτσες που τους βάζουνε για
οικονομία ρεύματος. Εδώ χρειαζόταν φώτα ομίχλης! Αλλά ποιά
οικοδομή έχει φώτα ομίχλης. Πανάκριβα είναι.

Οι συζητήσεις έπαιρναν κι έδιναν. Η είσοδος της οικοδομής έμοιαζε
σαν οι ένοικοι να είχαν γενική συνέλευση για θέματα της οικοδομής.
Η μόνη διαφορά ήταν πως αυτή η μέρα δεν ήταν Κυριακή. Γιατί η
καθαρίστρια δεν έρχεται για τις σκάλες τις Κυριακές.

Μέσα σ΄αυτό το πανδαιμόνιο ατυχώς ή ευτυχώς η κυρία Λένα είχε αφήσει
μισάνοιχτη την πόρτα του διαμερίσματός της. Έτσι το χαριτωμένο σκυλάκι
της, η μικρή Λουλού, βρίσκοντας την πόρτα ανοιχτή την κοπάνησε και
κατεβαίνοντας προσεχτικά τις σκάλες έφτασε κάτω. Κανείς δεν το
αντιλήφτηκε. Το σκυλάκι βλεποντας έναν άνθρωπο ξαπλωμένο αμέσως
αναγνώρισε πως ήταν ο θυρωρός της οικοδομής. Δεν είχε την τύχη να
είναι ένα αστυνομικό σκυλάκι, αλλά αγαπούσε πολύ το θυρωρό, γιατί
εκείνος έβγαζε τη Λουλού για πιπί. Βέβαια το σκυλάκι δεν καταλάβαινε
την υστεροβουλία του θυρωρού. Εκείνος το πήγαινε το σκυλάκι για πιπί
όχι γιατί το αγαπούσε, αλλά γιατί δεν ήθελε να ρυπαίνονται οι σκάλες της
οικοδομής. Έτσι λοιπόν η μικρή Λουλού βρίσκοντας το θυρωρό
ξαπλωμένο άρπαξε την ευκαιρία να του δείξει την αγάπη της και
άρχισε να τον γλείφει με τη γλωσίτσα της κάτω από το δεξιό αυτί του.

Το γαργάλημα του αυτιού ξύπνησε το θυρωρό, που τεντώθηκε κι άρχισε
να χασμουριέται.
 - ΖΕΙ ! ακούστηκε η φωνή του προέδρου της πολυκατοικίας.
 - Ζωντανός είσαι, βρε ζώον, του πετά η γυναίκα του προέδρου της
οικοδομής κι εμείς αναστατωθήκαμε βλέποντας ένα πτώμα!
 - Ήμουνα πτώμα... στην κούραση, είπε ο θυρωρός, κι αποκοιμήθηκα
χωρίς να το καταλάβω...και σκύβοντας στ΄αυτί του προέδρου της
οικοδομής εξηγούσε ψιθυριστά:
 - Χτές το βράδι τα πίναμε με το φοιτητριάκι της φιλολογίας, που μένει
επάνω στο δώμα της πολυκατοικίας και της είπα να φέρει την άλλη φορά
και καμιά φίλη της για σας. Κι όσο για τα κοινόχρηστα που χρωστάει, θα
το ταχτοποιήσουμε το θέμα. Ο πρόεδρος είναι καλό παληκάρι. Της είπα.

Εκείνη τη στιγμή, μόλις η καθαρίστρια συνειδητοποίησε πως το πτώμα
σηκώθηκε κι άρχισε να μιλάει με τον πρόεδρο, νόμισε πως βρυκολάκιασε.
Πάτησε τις τσιρίδες της και σωριάστηηκε στο μωσαϊκό.

Την ίδια στιγμή ο δέκατος τρίτος άντρας που προσπαθούσε να πάρει
τηλέφωνο  την άμεση δράση της αστυνομίας και έβρισκε τη γραμμή
κατειλημένη από τα τηλεφωνήματα των άλλων δώδεκα κατάφερε επί
τέλους να πιάσει γραμμή. Μόλις άκουσε "άμεση δράση, λέγετε παρακαλώ"
ανεφώνησε:
 - Γυναίκα, τόπιασα!

Ο αστυνομικός, που είχε αναλάβει φρέσκος τη βάρδια του κι ήταν
έτοιμος για δράση, (είχε απομονώσει από το τηλεφωνικό κέντρο το
συνάδελφο του - κομπιούτερ, που ήταν μόνο για τη νύχτα), ρώτησε΅
 - Τί πιάσατε, κύριε;
- Ένα πτώμα! απάντησε ο δέκατος τρίτος άντρας.
 - Μήπως κάνετε λάθος, κύριε; συνέχισε με ευγένεια ο αστυνομικός.
 - Όχι, απάντησε ο δέκατος τρίτος άντρας. Εγώ δεν κάνω λάθος. Το λάθος
το έκανε η καθαρίστρια και τώρα είναι νεκρή!
 - Το μοιραίο λάθος της καθαρίστριας, μονολόγησε ο αστυνομικός κι έπειτα
συνέχισε:
 - Έτσι που μου τα περιγάφετε, μάλλον θα πρέπει να τηλεφωνήσετε στην
εκκλησία...

Χρυσόστομος
.

Το μοιραίο λάθος της καθαρίστριας (1)

(Μυθιστόρημα τύπου W.C.)

( Αστυνομική ιστορία φαντασίας, εμπνευσμένη από μια φωτογραφία με
αυτόγραφο ενός τουρίστα, συνταξιούχου αστυνομικού.
Η φωτογραφία είχε μια τρύπα σε μέγεθος σφαίρας από πιστόλι ακριβώς
στο σημείο του στήθους που μπαίνει ένα γαρύφαλλο ανοιχτό, δηλαδή στο
μέρος της καρδιάς. Το ανοιχτό γαρύφαλλο συμβολίζει και άνθρωπο.
Ανοιχτός άνθρωπος. Ενώ το κλειστό γαρύφαλλο, στον κόσμο των
λουλουδιών, είναι απλά ένα μπουμπούκι, στον κόσμο των ανθρώπων
ένα μπουμπούκι μπορεί να αξίζει περισσότερο από ένα ανοιχτό γαρύφαλλο.
Γιατί το μπουμπούκι σου δίνει την ευχαρίστηση να το περιποιηθείς και να
το κάνεις ανοιχτό γαρύφαλλο.)

Εκείνο το πρωί η καθαρίστρια, περπατώντας αργά μέσα στην ομίχλη, πήγε
να καθαρίσει, όπως κάθε μέρα, τις σκάλες της οικοδομής στην οδό
Εγκλήματος και Δολοφονιών γωνία. Μόλις πλησίασε στην κυρία είσοδο
της πολυκατοικίας βρήκε την πόρτα ορθάνοιχτη και κάτω στο μωσαϊκό ένα
πτώμα. Παρά λίγο θα το πατούσε, αλλά ας είναι καλά η μακαρίτισα η
γιαγιά της που από μικρή τη δίδαξε να μη πατάει επί πτωμάτων.
Ήταν έτοιμη να το βάλει στα πόδια από την τρομάρα που πήρε, αλλά έμεινε
στη θέση της, γιατί φοβόταν να μη θεωρηθεί ύποπτη για φόνο, αν κάποιος
την έβλεπε να τρέχει. Άρχισε τότε να πατάει όλα μαζί τα κουμπιά των
κουδουνιών της πολυκατοικίας. Από το θυροτηλέφωνο ακούστηκαν τότε
φωνές, πολλές φωνές μαζί.
 - Ποιός είναι;
 - Ένα πτώμα...Ένα πτώμα στην είσοδο! φώναζε η καθαρίστρια.

Αμέσως άνοιξαν οι μπαλκονόπορτες κι όλες με τα νυχτικά τους πετάχτηκαν
στα μπαλκόνια και σκύβανε στο δρομο να δουν τι συμβαίνει. Ενώ οι άντρες,
σαν άντρες, διατήρησαν την ψυχραιμία τους και έπιασαν το τηλέφωνο να
ειδοποιήσουν την αστυνομία.
Το τηλεφωνικό κέντρο της Άμεσης Δράσης της αστυνομίας είχε δώδεκα
γραμμές και ήταν συνδεμένο μ' ένα κομπιούτερ, "ο αστυνομικός
τηλεφωνητής υπηρεσίας", που μόλις έπαιρνε ένα τηλεφώνημα έδινε εντολή
μέσω δορυφόρου στο αντίστοιχο περιπολικό - και τα περιπολικά ήταν
δώδεκα - για να επιληφθεί του θέματος.

Έτσι λοιπόν ο πρώτος άντρας, ο πιο γρήγορος, σχημάτισε τον αριθμό
τηλεφώνου της Άμεσης Δράσης της αστυνομίας, στο  τηλεφωνικό κέντρο
της Άμεσης Δράσης άρχισε ν' αναβοσβύνει το φωτάκι της πρώτης γραμμής,
η πρώτη γραμμή συνδέθηκε με το κομπιούτερ και το κομπιούτερ έδωσε
εντολή στο πρώτο περιπολικό να πάει στον τόπο του εγκλήματος.
Ο δεύτερος άντρας κατέλαβε τη δεύτερη γραμμή, όπως ήταν φυσικό, γιατί
η πρώτη γραμμή ήταν κατειλημμένη από τον πρώτο άντρα. Η δεύτερη
γραμμή συνδέθηκε αυτόματα με το κομπιούτερ και το κομπιούτερ μέσω
του δορυφόρου έδωσε εντολή στο δεύτερο περιπολικό να σπεύσει στον
τόπο του εγκλήματος.
Η ίδια διαδικασία επαναλήφτηκε με τον τρίτο άντρα, με τον τέταρτο, κλπ
μέχρι τον δωδέκατο κι έτσι δώδεκα περιπολικά με τις σειρήνες στο τέρμα
να σφυρίζουν έτρεχαν στον τόπο του εγκλήματος.
Ο δέκατος τρίτος άντρας βρήκε τον αριθμό της αστυνομίας κατειλημμένο
από τους δώδεκα προηγούμενους και είχε τρελαθεί από την αφωνία που
δεν μπορεί να πιάσει γραμμή.

Σε λίγο το πρώτο περιπολικό της αστυνομίας έφτανε στον τόπο του
εγκλήματoς. Μόλις ο οδηγός του είδε στο καθρεφτάκι του περιπολικού
νάρχεται πίσω του το δεύτερο περιπολικό λέει στον αρχιφύλακα που
καθόταν δίπλα του. "Δεν πάμε να φύγουμε, πίσω μας είναι το νάμπαρ τού.
Άστους αυτούς να βγάλουν το φίδι απο την τρύπα." Κι έφυγαν.
Το νάμπαρ τού περιπολικό βλέποντας το πρώτο να φεύγει και βλέποντας
στο καθρεφτάκι το τρίτο περιπολικό να έρχεται έφυγε κι αυτό.
Το ίδιο έγινε και με το τρίτο περιπολικό. κλπ. Έτσι και τα δώδεκα
περιπολικά έφυγαν από τον τόπο του εγκλήματος χωρίς να επιληφθούν
του θέματος.
Ειδικά το δωδέκατο περιπολικό είχε το πιο ισχυρό κίνητρο να φύγει.
Για να φύγουν τα άλλα περιπολικά μάλλον επρόκειτο για τηλεφώνημα
φάρσα.

Η ώρα κυλούσε και οι ένοικοι της οικοδομής βλέποντας πως ακόμα δεν
φάνηκε η αστυνομία - θυμήθηκαν πως κάπως έτσι γίνεται  κι όταν δύο
αυτοκίνητα τρακάρουν και περιμένουν την τροχαία - έριξαν κάτι πάνω τους
και κατέβηκαν όλοι στην είσοδο της οικοδομής.

(συνεχίζεται ... για δεύτερη αφόδευση)
.

Θα σε πάρω να φύγουμε, "ένα το μήνα" τραγούδι.

Μονόδρομος

Ο κ. Χ. οδηγεί το αυτοκίνητό του ανάποδα στο μονόδρομο, μεγάλης
κυκλοφορίας. Στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου ακούει τον εκφωνητή
να λεει:
- Προσοχή, παρακαλούνται οι οδηγοί που βρίσκονται στο μονόδρομο
τάδε να προσέχουν γιατί κάποιος πηγαίνει ανάποδα στο μονόδρομο.

Ο κ. Χ. λέει¨
- Τί λέει αυτός ο βλάκας ο εκφωνητής; Εδώ όλοι ανάποδα πηγαίνουν!...


Σχόλια.
1. Στο μονόδρομο της ζωής ο καθένας βλέπει όλους τους άλλους να
πηγαίνουν ανάποδα!...
2. Στο μονόδρομο "οδός Αναπαύσεως" και τα ραδίκια βλέπονται ανάποδα.

Δίδαγμα:

Προσοχή στους μονοδρόμους!
.

ΑΛΙΚΗ ΚΑΛΟΜΕΝΟΠΟΥΛΟΥ

Απόψε, στο Πολιτιστικό Κέντρο της Θέρμης, όπου παρουσιάστηκε η
νέα σου ποιητική συλλογή ΛΟΓΟΣ ΓΡΑΦΗΣ (εκδόσεις Γαβριηλίδης),
νοιώσαμε, με τα βραβευμένα ποιηματά σου, σαν σε μιά νέα "χώρα των
θαυμάτων". Με τη δική μας Αλίκη!
Νάσαι καλά, "κούκλα" μας!

Εμείς, οι συλλομεσούρ, και φίλοι του Βαγγέλη και του Βαγγέλη.
.

Ευχαριστούμε

.
Ευχαριστούμε για τις ευχές σας  προς
1.- τη Σοφούλα, που τη λέτρευε κι ένιωθε κοντά της φιλόσοφος ...
2.- την Ελπίδα, φυσικά του Πελοπίδα ...

                  ο σύλλογος

.

Τραγούδι ... ένα το μήνα

.

Το σούπερ αεροπλάνο

.
Η επίδειξη.
Μεγάλη εταιρία κατασκευής αεροσκαφών θα έκανε επίδειξη του
τελευταίου σούπερ αεροπλάνου στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας.
Είχαν προσέλθει χιλιάδες κόσμου, επίσημοι και μη, ρεπόρτερς κλπ να
παρακολουθήσουν την πρώτη πτήση. Μεγάλο πανηγύρι στο αεροδρόμιο.

Ακούστηκαν οι μηχανές σαν τραγούδι, οι τροχοί άρχισαν να τσουλάνε
στο διάδρομο του αεροδρομίου, φούντωσε ο θόρυβος των μηχανών και
το αεροπλάνο αρχισε να ανεβαίνει.
΄Ομως για μια στιγμή ακούστηκε ένας τρομερός θόρυβος, τα φτερά του
αεροπλάνου έσπασαν  και οι ρόδες του ξαναπάτησαν στο διάδρομο.
Ρεζίλι των σκυλιών που λένε για την εταιρία.
.
Η σύσκεψη.
Συγκέντρωση όλου του προσωπικού της εταιρίας  να βρεθεί η αιτία και η
λύση. Απόλυτη ησυχία στην αίθουσα, κανείς δεν είχε κάτι να πει. Οπότε
ακούστηκε μια τρεμουλιαστή φωνή απο τα τελευταία καθίσματα. Ήταν
ένας ασήμαντος λογιστάκος.

- Σερ, να κάνετε μιά σειρά τρύπες εκεί που σπάνε τα φτερά!
.
Η νέα επίδειξη.
Μεγάλη επιτυχία. Το αεροπλάνο πέταξε! Χαμός στο αεροδρόμιο.
Σαμπάνιες, ταραταντζούμ, τηλεοράσεις, χαμός.
.
Ο καλός διευθυντής.
Δεν παρασύρθηκε από τους πανηγυρισμούς. ΄Εβαλε να βρούν αυτόν που
είχε δώσει την ιδέα.Ζορίστηκε να τον βρεί γιατί ο λογιστάκος από το φόβο
του είχε κρυφτεί.Τελικά τον βρήκε, τον αγκάλιασε, και του λέει.
.
- Σε προάγω σε υποδιευθυντή της εταιρίας! Αλλά θέλω να μου πεις πώς
το σκέφτηκες
Ο λογιστάκος δειλά δειλά λέει.
- Ξέρετε κύριε διευθυντά, να πώς να σας το πω, στην τουαλέτα, κάθε φορά
που τραβάω το χαρτί υγείας να κοπεί, ποτέ δεν κόβεται στις τρύπες!!!
.

Ακορντεόν

.
Από φίλο, από χώρα που το ακκορντεόν έχει μεγάλη δημοτικότητα ανάμεσα
στα άλλα μουσικά όργανα, άκουσα το εξής, περίπου της ίδιας με το
ακορντεόν δημοτικότητας:
.
" Στην κηδεία της πεθεράς τρία ακορντεόν σκίσαμε" !

No comments  και να τον συγχωρείτε, είναι καλό παιδί...
.

Η σεμιζέτα

Η σεμιζέτα

Από τη ζήλια μου σου ξέσκισα τη σεμιζέτα που φορούσες!
Εθύμωσες και τώρα πια δε μου γελάς,
όπως αθώα και παιδιάστικα άλλες φορές χαμογελούσες,
κι όλο για τη σκισμένη σεμιζέτα σου μιλάς.

Τρελλή, δε συλλογιέσαι τα γεράματα
που θα ‘ρθει μια ημέρα, συμφορά,
που δεν θα ζεις με ζήλιες και με κλάματα
και θα ‘ναι όλα τα ρούχα σου γερά.

      Τίμος Μωραϊτίνης

Παράθυρο ;

Σε μια επίσκεψή μου στο ψυχιατρείο, ρώτησα τον διευθυντή πώς
διακρίνει αν ένας ασθενής πρέπει ή όχι να εγκλειστεί.

-Είναι απλό, είπε ο διευθυντής, γεμίζουμε μια... μπανιέρα και
προσφέρουμε στον ή την ασθενή ένα κουταλάκι, ένα φλιτζάνι
του τσαγιού και έναν κουβά, ζητώντας να αδειάσει τη μπανιέρα.

-Α, κατάλαβα, είπα, ένα φυσιολογικό άτομο θα χρησιμοποιήσει
τον κουβά γιατί είναι μεγαλύτερος από το κουταλάκι και το φλιτζάνι.

-Όχι, είπε ο διευθυντής, ένα φυσιολογικό άτομο θα τραβούσε την τάπα.


Προτιμάτε κρεβάτι κοντά στο παράθυρο;!!!


(Χριστάκης)

Τα δικά μας δεν τελειώνουν

Πούλμαν Αθήνα-Θεσσαλονίκη, δυο παπούδες στο ίδιο κάθισμα, σ΄όλη
τη διαδρομή αμίλητοι.
Αποβίβαση, παραλαβή αποσκευών, ο ένας χτυπάει στην πλάτη τον άλλον
λέγοντας:
 - Έτσι που λες, φίλε μου, τα δικά μας δεν τελειώνουν, γειά για την ώρα,
θα τα ...ξαναπούμε ...

Σερενάδα στο παράθυρο του σοφού


Σοφέ μου, το τετράσοφο
Που σε φωτάει λυχνάρι
Nάτανε, λέει, φεγγάρι
Kαι συ είκοσι χρονώ !

Nάτανε τάχα η γνώση σου
Mε τον αγέρα αμάχη,
Για δασωμένη ράχη
ξεκίνημα πρωινό…

Nάτανε τάχα η σκέψη σου
Συρτού χορού τραγούδια
Mιαν αγκαλιά λουλούδια
Mιαν ιστορία τρελλή,

Tα μύρια που δε γνώρισες
Nερό θαν τάειχες μάθει
Mε δάσκαλο τα πάθη
M' ένα κλεφτό φιλί.

Πολύ την καταφρόνεσες
Tη ζωή, πανάθεμά τη…
Kαι τώρα ; Eίναι φευγάτη
Σαν όνειρο πρωινό.

Ζαχ. Παπαντωνίου



Η ιδέα (3) - (τέλος, επι-τέλους)

Η ιδέα (3) - (τέλος, επι-τέλους)
................................

Η Ευτυχούλα, έτσι τη φώναζαν, (το πραγματικό της όνομα ήταν Μαρία),
ήταν ένα από τα ομορφότερα - εκείνος θάλεγε το ομορφότερο απ' όλα -
κορίτσια στη γειτονιά. Και το πιο κεφάτο. Μην έβλεπε άνθρωπο
στεναχωρημένο. Από μικρή. Τί τούλεγε, τί  τούκανε, στο τέλος τον
έκανε να γελάσει.
Στη γειτονιά. Στη γειτονιά, όπου παλιότερα είχε εγκαταστημένη τη
βιοτεχνία του. Κι όταν λέω παλιότερα εννοώ πριν από κείνο το  νόμο
που έλεγε πως οι βιοτεχνίες θα πρέπει ν' απομακρυνθούν από τις
κατοικημένες περιοχές των πόλεων. Το νόμο που μετά απ' αυτόν άρχισαν
οι βιοτεχνίες να μεταφέρονται γύρω από τις πόλεις, αλλά, ώσπου να
μαλλιάσουν στη νέα θέση τους οι βιοτεχνίες - πέτρα που κυλάει δε
μαλλιάζει - άρχισαν να μεγαλώνουν - χωρίς νόμο - και οι πόλεις κι έτσι
οι βιοτεχνίες βρίσκονταν πάλι μέσα σε κατοικημένες περιοχές  κι ύστερα
έβγαινε πάλι νέος νόμος να ξαναμεταφερθούν οι βιοτεχνίες έξω από τις
πόλεις, αλλά ώσπου  να ξαναμεταφερθούν οι βιοτεχνίες, οι πόλεις
ξαναμεγάλωναν - ξανά χωρίς νόμο - έτσι που θα μπορούσαμε και πάλι
απλά να πούμε πως η ζωή συνεχίζεται και επί το λαΐκότερον και, γιατί όχι,
πολιτικότερον " άστους να κυνηγιούνται".

Η Ευτυχούλα λοιιτόν με τη μπλε μαθητική ποδιά της και το άσπρο
γιακαδάκι της, κάθε μέρα που πήγαινε σχολείο, φρόντιζε να περνάει
μπροστά απ' τη βιοτεχνία του φίλου μας και κάθε μέρα επαναλαμβάνονταν
η ίδια στιχομυθία:
 - Καλημέρα σας, κυρ Θανάση.
 - Καλημέρα το κουκλί μας!
 - Πώς πάει η δουλειά, κυρ Θανάση;
 - Πώς πάει το σχολείο, Ευτυχούλα;

Όλα πήγαιναν καλά. Άμα φυσάει "ούριος άνεμος" , έστω και ανεπαίσθητα,
όλα πάνε καλά.

Αυτόν τον "ούριο άνεμο" έφερε στο μυαλό του κυρ Θανάση η καινούργια
ιδέα που έλαμπε σαν τον ήλιο την ώρα που ανατέλλει. Κι αυτή τη φορά,
με τη σειρά του, με μιά τσάντα στο χέρι,ο κυρ Θανάσης φρόντισε να
πέρασει μερικές φορές μπροστά από το σπίτι της Ευτυχούλας.
Βέβαια τώρα η Ευτυχούλα δεν ήταν πια μαθήτρια. Οι τόσες μεταφορές
των βιοτεχνιών είχαν δώσει και  α' αυτή το χρόνο να μεστώσει. Από μια
"αχαμνή" μαθητριούλαι - ρίχνει μπόϊ, σκεφτόταν τότε ο κυρ Θανάσης -
είχε γίνει μία ώριμη γυναίκα με ζηλευτά πιασίματα. Τον είδε και τον
γνώρισε απ' την πρώτη μέρα τον κυρ Θανάση. Η τσάντα του της θύμισε
τη μαθητική στολή της. Πώς αλλάζουν τα πράγματα. Τώρα ο κυρ
Θανάσης έμοιαζε σα μαθητής. Ήταν λίγο αστείος. Όμως την  ήθελε
την τσάντα, έτσι για να φαίνεται πως πάει για κάποια δουλειά. Όμως
εκείνη δεν βγήκε να τον χαιρετίσει. Φυσιιιά ποτέ της δεν πίστεψε οτι η
παρουσία του ιιυρ Θανάση στη γειτονιά της σήμαινε πως οι βιοτεχνίες
ξαναγυρίζουν στις κατοικημένες περιοχές   των πόλεων. Για να συμβεί
κάτι τέτοιο θα χρειαστει να περάσουν πολλά χρόνια.

Την τρίτη μέρα, την ώρα που περνούσε ο κυρ Θανάσης, η Ευτυχούλα
βγήκε στο μπαλκονάκι της κι έκανε πως τινάζει μία φλοκάτη  που πήρε
βιαστικά από το μπαούλο της.  
Ο κυρ Θανάαης αμέσως κατάλαβε το νόημα του τινάγματος της
φλοκάτης, γιατί η φλοκάτη, όσο κι αν τη χτύπαγε δυνατά  η Ευτυχούλα,
δεν έβγαζε καθόλου σκόνη. Εξ άλλου, ήταν σχεδόν καλοκαίρι.

Πλησίασε δισταχτικά προς το μπαλκόνι της.  Εκείνη τον κοίταξε.
-  Καλημέρα σας, κυρία . . . Ευτυχούλα! της λέει. Εκείνη χαμογέλασε .
-  Ε, όχι και "κυρία Ευτυχούλα", του λέει. Νωρίς είναι ακόμα.
Να τελειώσουμε πρώτα τις σπουδές μας και βλέπουμε.
- Τί σπουδάζεις; Ρωτάει κάπως αδέξια.
- Ιατρική, κι όπου νάναι παίρνω και την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος...
- Τί ειδικότητα; ρωτάει.
 - Γενική Φυσιολογία, του λέει.
 - Δηλαδή; συνέχιζε να ρωτάει σα μαθητής ο κυρ Θανάσης.
- Να, πως να ζει ο άνθρωπος σύμφωνα με το πως τον έφτιαξε η φύση!

Δεν πολυκατάλαβε ο κυρ Θανάσης. Δεν θέλησε να ρωτήσει περισότερα.
Ήταν σχεδόν έτοιμος να της πει "χάρηκα που σε είδα   κτλ"  και να φύγει.
Εκείνη όμως τον πρόλαβε.
 - Τί ωραία τσάντα είν' αυτή, κυρ Θανάση! Γεμάτη λεφτά ή πας σχολείο...

Ήταν έτοιμος να της πεί "για ποιά λεφτά κλπ", αλλά σκέφτηκε πως θάταν
καλύτερο να μη τπς αλλάξει την εντύπωση που τον θεωρούσε παραλή
και το γύρισε στο σχολείο. Εκεί ο άνεμος ήταν πιο ούριος.
 - Ποιό σχολείο, καλέ. Τα γκρίζα μαλιά δεν είναι για το σχολείο.
 - Ναι, αλλά τα γκρίζα μαλλιά έχουν τη γοητεία τους, τον πρόλαβε εκείνη.

Ήταν έτοιμος να της πεί "ο λόγος σου με χόρτασε", αλλά τη σκέψη του
αυτή την πήρε μακρυά ο άνεμος ο ούριος.

 - Έλα πάνω να πιούμε ένα καφεδάκι και να τα πούμε, του   λέει.
 - Εσύ, ολόκληρη γιατρέσσα, θα κάτσεις να κάνεις καφεδάκι σε μένα;
της λέει κι είχε αρχίσει να φοβάται πως έκανε γκέλα.
 - Τί είναι αυτά που λες, κυρ Θανάση; Επειδή, δηλαδή, έγινα γιατρέσσα,
έπαψα να είμαι άνθρωπος; Έλα πάνω να σου κάνω ένα καφέ με πολλές
φουσκάλες να γεμίσει η τσάντα σου λεφτά. Και μερακλίδικο σαν τα
μπλουζάκια που κάνεις εού στη  βιοτεχνία σου!

Παρα λίγο να του ξέφευγε του κυρ Θανάση "όπα" και επί το
αμερικανικώτερο "μπίγκο".

Για το πως ανέβηκε ο κυρ Θανάσης τα σκαλοπάτια  και για διάφορες
άλλες τεχνικές μικρολεπτομέρειες αφήνουμε τη λογοτεχνική  σας
φαντασία να περιγράψει. Εμείς περιοριζόμαστε να γράφουμε ιστορία!
.........................................

Την ώρα που έπιναν το καφεδάκι τους και τα λέγανε σαν τον παλιό
καλό καιρό, δυό μύγες στριφογύριζαν πάνω από το φλυτζάνι με τον
καφέ του κυρ Θανάση και ήταν σίγουρο πως κάποια στιγμή θα έπεφταν
μέσα στον καφέ.
Ο κυρ Θανάσης τις έδιωξε μιά δυό φορές με το χέρι του. Όμως οι
μύγες ξαναγύρισαν στο φλυτζάνι του. Τότε ο κυρ Θανάσης, με μια
κίνηση του χεριού του, σα μαέστρος σε ορχήστρα που δίνει το φόρτε,
τις έπιασε και τις δύο μαζί. Τις κράτησε μες τη χούφτα του και όταν
τελείωσε τον καφέ του τις άφησε να φύγουν. Γυρίζοντας προς την
Ευτυχούλα, είπε: "Άστους να κυνηγιούνται" ή επί το βιοτεχνικότερον
"η ζωή συνεχίζεται"...
.............................

Εκείνη την ώρα μιά ομάδα από μικρές μαθήτριες που γύριζαν χαρωπές
από το σχολείο ακούστηκε να τραγουδούν:
 - Βρε, πού πας, Παντελή, βρε πού πας, Παντελάκη,
   με χαρά περισσή στην καρδιά σου...

Και από πίσω τους, μια ομάδα από αγοράκια, κάνοντας όσο γινόταν
μπάση τη φωνή τους, απαντούσαν:
 - Πάω στη Μαρία μου,
   πούναι η ευτυχία μου...
......
ΥΓ. Για όσους που πιθανό να μη θυμούνται τη μελωδία αυτού του
τραγουδιού  μπορούμε να στείλουμε αντίγραφο με τις νότες από το
αρχείο του μουσικού τμήματος του συλλόγου μας.

                                                                                        Μαρία με τα κίτρινα

=================

Τα λεφτά

Τα λεφτά τρέχουν πιο γρήγορα απ' τον άνθρωπο. Αν όταν γενήθηκες ήταν
πίσω σου, θα σε φτάσουν...
                                             Χρυσόστομος

Η ιδέα (2)

Η ιδέα (2)

συνεχίζει - ανάθεμά τον - ο Χρυσόστομος. Για να δούμε, θα τελειώσει...
...............................................
Αυτά σκεφτόταν ο άνθρωπος, όταν, αποκαμωμένος απ΄τη δουλειά τς μέρας,
είχε ακουμπήσει την πλάτη του στην πλάτη της καρέκλας και με γυρμένο
το κεφάλι του προς τα πίσω και τα μάτια του μισόκλειστα παρακολουθούσε
δυό μύγες να κυνηγιούνται.
................................................
Γύριζε τη σκέψη του στην προηγούμενη ζωή. Καλά πέρασε. Πρόκοψε που
λένε.
.................................................
Τί θέλει άλλο απ' τη ζωή; Ούτε και κείνος ξέρει...
..................................................

Κι όμως, στο μυαλό του τριγύριζε μια ιδέα. Δεν ήταν απόλυτα ξεκαθαρισμένη.
Ομως ήταν μιά ιδέα. Ένιωθε την αίγλη της. Την αίγλη της καινoύργιας ιδέας
που γεννιέται. Την αίγλη που σε λίγο αρχίζει να χάνεται με τoν ρυθμό που
η ιδέα πραγματοποιείται.

Έγειρε προς τα πίσω την καρέκλα του τόσο που η καρέκλα ακούμπησε
στον τοίχο. Ξάπλωσε πάνω στην καρέκλα πιο αναπαυτικά. Άπλωσε τα
πόδια του και τ' ακούμπησε πάνω στον μπάγκο εργασίας που ήταν
μπροστά του. Έκλεισε για λίγο τα μάτια του, αδιαφορώντας πια για τις
μύγες που συνέχιζαν να κυνηγιούνται. Άφησε, όπως θα μπορούσαμε να
πούμε, τη ζωή να συνεχίζεται ή επί το λαΐκώτερον "άστoυς να κυνηγιούνται"...
Και προσπάθησε να συγκεντρωθεί, για να μπορέσει να δεί πιο καθαρά
την καινoύργια ιδέα.Όμως η κούραση της μέρας ήταν τόση που, καθώς
έκλεισε τα μάτια του, αποκοιμήθηκε.

Όχι για πoλλή ώρα.

Ενώ κοιμόταν, φαίνεται, το μυαλό τoυ δoύλευε πάνω στην ιδέα. Κι αφού
την ξεκαθάρισε, τον ξύπνησε. Μαζί με την ιδέα που έλαμπε τώρα στo
μυαλό του σαν τον ήλιο πoυ ανατέλλει ένοιωθε και τo κορμί του ανάλαφρo.
Ο λίγος ύιτνoς, σα μάγoς, είχε αφαιρέσει από τo σώμα τoυ όλη την
κούραση της μέρας.
..................

Η ιδέα (1)

Η ιδέα.

Γράφει ο Χρυσόστομος.

Άμα βάλεις στο μυαλό σου μιά ιδέα, λένε, και την αφήσεις να
μουλιάσει στο υποσυνείδητό σου, λένε, κάποτε θα μπορέσεις να
την πραγματοποιήσεις, λένε.
Το ίδιο ισχύει, αν την ιδέα σου σου τη βάλει κάποιος άλλος,λένε.
Πιό πολύ ισχύει αυτό που λένε, αν την ιδέα τη βάλεις στο μυαλό
σου από μικρό παιδί.
- Τί θα γίνεις, όταν μεγαλώσεις, Γιαννάκη;
- Εγώ θα γίνω επιστήμονας! λέει και παίρνει ένα ύφος τόσο σοβαρό
ο Γιαννάκης, που δε σ'αφήνει κανένα περιθώριο ν' αμφισβητήσεις
αυτά που λέει. Και γίνεται. Αλλά και το πιο σπουδαίο, όσο
μεγαλώνει, βελτιώνει και το ύφος του. Σοβαρός! Πολύ σοβαρός !
Τόσο σοβαρός που μερικοί νομίζουν πως είναι γιατρός! Πολλοί
λένε "αυτό ξεπερνάει και τα όρια της σοβαρότητας, κοντεύει να
φτάσει τη σοβαροφάνεια!"
Αγράμματοι καθώς είναι οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν πως
η σοβαροφάνεια είναι πιό μεγάλο από το σοβαρός. Τους εντυπωσιάζει
εκείνο το "φάνεια". Όπως λέμε "Θεοφάνεια"!

Δεν έχει σημασία ποιά ιδέα θα βάλεις στο μυαλό σου. Όλες οι
ιδέες το ίδιο είναι. Τί νομίζετε πως διαφέρουν οι ιδέες μεταξύ
τους. Ελάχιστα. Να, "μια ιδέα", που λέμε.

Αυτά σκεφτόταν ο ανθρωπος , όταν, αποκαμωμένος απ' τη δουλειά
της μέρας, είχε ακουμπήσει την πλάτη του στην πλάτη της καρέκλας
και με γυρμένο το κεφάλι του προς τα πίσω και τα μάτια του
μισόκλειστα παρακολουθούαε δυό μύγες να κυνηγιούνται. Θυμήθηκε,
όταν ήταν μαθητής, την ώρα του μαθήματος, έτσι και περνούσαν
από μπροστά του μύγες - κι είχε πολλές τότε - έ, δεν τη γλυτώνανε.
Με μια κίνηση του χεριού του, σα μαέστρος σε ορχήστρα που δίνει
το φόρτε, τις έπιανε και τις δύο μαζί.
Για μιά στιγμή σκέφτηκε το κάνει και τώρα, έτσι για να θυμηθεί
τα σχολικά του χρόνια, αλλά παραιτήθηκε. Δεν είναι επειδή αυτό
δεν ταιριάζει με τη σοβαρότητα ενός ενήλικα. Όχι, απλά όταν
περνούν τα χρόνια "το μεν πνεύμα πρόθυμο, αλλά η σαρξ ...."

Τα χρόνια! Τι να σου πω. Έτσι και πέρναγε απ' το μυαλό του
αυτή η λέξη, μελαγχολούσε, Πώς πέρασαν τόσο γρήγορα! Αισθανόταν
ένοχος που τ'άφησε να περάσουν. Τί μπορούσε να κάνει άλλωστε.
Να τα σταματήσει; Πώς; Με χρονοφράγματα;

Γύριζε τη σκέψη του στην προηγούμενη ζωή. Καλά πέρασε. Πρόκοψε
που λένε. Βέβαια δεν έγινε επιστήμονας. Έκανε και οικογένεια.
Τα παιδιά του τον πέρασαν στο μπόϊ. Όπου νάναι, η κόρη του θα
του φέρει και εγγονάκι. Τί θέλει άλλο απ' τη ζωή. Ούτε και
κείνος ξέρει.
Και σε λίγες μέρες, να και το Πάσχα. Θα πάει στο στο χωριό του.
Στην αυλή του πατρικού σπιτιού του. Θα ψήσει τ'αρνάκι στη σούβλα.
Θα ταουγκρίσει τα κόκκίνα αυγά. Θα τραγουόήοει. Θα χορέψει και
τσάμικο. Και... και... και.. Μόνο να μη ξεχάσει να πάρει μαζί
του το ψάθινο καπέλλο του και τον αρπάξει ο ήλιος...

Στο επόμενο,(2), η συνέχεια
φυσικά από τον Χρυσόστομο.

Ζήτω οι πιτσιρίκοι !

Ο ένας πιτσιρίκος:

- Εμείς στο σπίτι μας πίνουμε νερό που εμφιαλώνεται στη πηγή!
Κάνει καλό στο σώμα...

Κι ο άλλος αμέσως τον κόβει:

- Εμείς όμως πίνουμε "νεράκι του Θεού"! Κάνει καλό στο σώμα
και στη ψυχή...


.

Ο κυρ Αλέκος και το σορτάκι του

,
Μυθιστόρημα τύπου W.C.

     (Τα μυθιστορήματα τύπου W.C. για να τα διαβάσετε χρειάζεται τόσος
χρόνος όσο διαρκεί μιά νορμάλ αφόδευση. Στους ... δυσκοίλιους συνιστούμε
να τα  -δια-βά-ζουν - συλ-λα-βι-στά...)

Τίτλος.   Ο κυρ Αλέκος και το σορτάκι του.

Ο κυρ Αλέκος στα δεκαοχτώ του είχε τελειώσει με "λίαν καλώς" το εξατάξιο
Γυμνάσιο, διαγωγή "κοσμιωτάτη", και είχε μάθει και λίγα Αγγλικούλια από
μία μέθοδο άνευ διδασκάλου που του είχε χαρίσει ένας καθηγητής του
γιατί τον έβλεπε που του άρεζε η μάθηση.

    Στο Πανεπιστήμιο δε θέλησε να πάει γιατί τα έξοδα ήταν πολλά. Ούτε
όμως η μάνα του τον άφησε   να  συνεχίσει τη δουλειά του πατέρα του
που είχε κρεοπωλείο γιατί σιχαινόταν τα αίματα.

Πήγε λοιπόν για λίγο καιρό σε μία "σχολή ελευθέρων σπουδών" όπου
έμαθε λίγα λογιστικά και γραφομηχανή και γύρισε στο χωριό με την ελπίδα
να προσληφθεί στην Κοινότητα που λέγαν πως θα γίνονταν Δήμος, γιατί
το χωριό είχε μεγαλώσει αρκετά. 

   Η αλήθεια είναι πως η Κοινότητα έγινε Δήμος, αλλά ο κυρ Αλέκος δεν
διορίοτηκε. Έτσι αποφάσισε να ανοίξει ένα γραφείο "αιτήσεις - δηλώσεις
κλπ"  για να μπορέσει να κερδίσει το ψωμί   του.

Τον πρώτο καιρό τα πράγματα ήταν δύσκολα γιατί είχε πολύ ανταγωνισμό
από ένα γέρο λογιστή.   Ευτυχώς όμως γι αυτόν, ο παλιός λογιστής τα
παράτησε γρήγορα, γιατί είχε καμπουριάσει απ' τ' αρθριτικά και δεν
μπορούσε να κάθεται στην καρέκλα. Όμως και πάλι η δουλειά ήταν λίγη.
Τί να συνέβαινε  άραγε.

    Ένα μεσημέρι που πέρναγε από την πλατεία του χωριού για να πάει στο
σπίτι για το μεσημεριανό φαγητό είδε ένα γκρουπ από τουρίστες που
κατέβηκαν από ένα λεωφορείο και μπαίναν στη σειρά για να πιούν νερό
απο τη βρύση της πλατείας.
Όλοι φορούσαν σορτάκια. Άντρες και γυναίκες. Αγάθεψε.
Πλησίασε δισταχτικά και σε λίγο οι τουρίστες τον είχαν περικυκλώσει και
τον τρέλαναν στις ερωτήσεις μόλις είδαν ότι μιλούσε αγγλικά. Γιά πρώτη
φορά στη ζωή του ένοιωσε τόσο περήφανος. Ήθελε εκείνη την ώρα να τον
έβλεπε ο Δήμαρχος που δεν τον είχε διορίσει στο Δημαρχείο να σκάσει
από τη ζήλεια.
Την ώρα που οι τουρίστες ανέβαιναν βιαστικά στο λεωφορείο που κορνάρισε
τόλμησε να ρωτήσει.

- Εξκιούζ με σερ. Γιατί όλοι φοράτε σορτάκια;

Ο τελευταίος τουρίατας καθώς ανέβαινε γύρισε και του είπε:

- Φορ δη αρθρίτις... Για τ' αρθριτικά. Κάνει καλό. Γκουτ.

Την άλλη μέρα στο γραφείο του περήφανος εξιστορούσε στη βοηθό του
τη Βασούλα τα χθεσινά του κατορθώματα και για το σορτάκι που φορούσε.

Η Βασούλα η βοηθός του πάντοτε τον θαύμαζε και απ' αυτόν μάθαινε τα
πάντα. Έτσι την επομένη,  νάσου και η Βασούλα με σορτάκι.

Τον κυρ Αλέκο δεν τον χώραγε ο τόπος. Κοίταζε μια το δικό του σορτάκι
και μια εκείνης κι όλο σκεφτόταν. "Δεν θα είναι πολύ μικρή για μένα;..."

Ο καιρός περνούσε. Η δουλειά μέρα με τη μέρα αύξανε. Όλοι στο χωριό
έτρεχαν στον κυρ Αλέκο να τους κάνει τα χαρτιά. Και, να το χρήμα γέμιζε
τις τσέπες του κυρ Αλέκου.

Αγόρασε τηλεόραση, βίντεο, αυτοκίνητο. Πήρε κι ένα κτήμα. Άρχισε και τις
καλλιέργειες που τούλεγαν οι πελάτες του. Δέντρα, ζαρζαβάτια , κρεμυδάκια.
Εκείνο που δεν πολυκατάλαβε ήταν όταν του είπε ο γιατρός να κάνει
"καλιέργεια ούρων".

Κι όλο σκεφτόταν για τη Βασούλα. " Μήπως είναι πολύ μικρή για μένα.".

Εκείνη τη μέρα η Βασούλα δεν ήρθε στο γραφείο. Το νέο αμέσως
κυκλοφόρηοε.

Η Βασούλα "κλέφτηκε" με το γιο του μανάβη!

Έτσι εξηγείται πού ο μανάβης είχε αρχίσει να κάνει φορολογικές
δηλώσεις για το Φιπιά.

Στ' αυτιά του κυρ Αλέκου ξανακούατηκε η κόρνα του λεωφορείου των
τουριστών. Γιατί να μη ρωτήσει νωρίτερα τους τουρίστες για τα σορτάκια...
Κάτι παραπάνω θα μάθαινε!..




.=========
" Ποιό καλή η μοναξιά" (στίχος τραγουδιού)
... όταν είσαι με παρέα...

.

Τα δεκαπενταύγουστα

(Σεπτ 89 "ένα το μήνα", ένα τεύχος για όλους κατάλληλο, σε σκληρό χαρτί.
Ελπίζω να θυμάστε ότι το προηγούμενο μήνα ο σύλλογος σας είχε χορηγή
σει από ένα ρολό χαρτί υγείας για να μη χρησιμοποιείτε τα τεύχη του "συλ-
λομεσούρ".)

Τίτλος,   Το   δεύτερο   δεκαπενταύγουστο   του   Αυγούστου.

Μυθιστόρημα τύπου "Αννούλα" εμπνευσμένο από τρία παιδιά Βολιώτικα.

Ήταν οι πρώτες μέρες που άρχισαν να λειτουργούν τα δημοτικά σχολεία
κι οι πιτσιρίκοι τις περισσότερες ώρες τις πέρναγαν στην αυλή του σχολείου!
Κάτι οι δάσκαλοι κουρασμένοι απ τις διακοπές. Κάτι τα βιβλία δεν τυπώ-
θηκαν ακόμα. Κάτι από δω, κάτι σπό κεί, άμα δεν   γενηθεί ο Χριστούλης,
τα μαθήματα δε μπορούν να μπούν σε ρέγουλα.
Η καθαρίστρια του σχολείου χάζευε και κρυφοκαμάρωνε αυτά τα ζωντανά
και πολλές φορές ενοχλητικά παιδάκια, αλλά τ' αγαπούσε όλα γιατί δεν την
ξεχνούοανε. Κάθε φορά που οι δάσκαλοι έγραφαν στους πίνακες "Μη
ξεχνάτε τις υποχρεώσεις σας"   όλα  τα παιδάκια έδιναν στην καθαρίστρια
το χαρτσιλίκι της.
—  Τί θέλουν και τα τυρανάνε τα καημένα, σκεφτόταν. Εγώ σαράντα χρόνια
μπαινοβγαίνω στα σχολεία κι ακόμα τίποτε δεν κατάφερα στη ζωή μου.
Ούτε μια σύνταξη δε μπόρεσα να πάρω.
—  Εγώ, έλεγε δυνατά εκείνη τη στιγμή ο πρώτος πιτσιρίκος και διέκοψε
τις σκέψεις της καθαρίστριας, Εμείς, ο μπαμπάς μου πήρε ένα μήνα άδεια
τον Ιούλιο γιατί είναι δημόσιος υπάλληλος και πήγαμε διακοπές με τη μαμά
και την αδελφή μου στους Κύκλωπες!
—  Ποιούς Κύκλωπες, ρε παραμυθά, του λέει ο δεύτερος. Τί είναι αυτό,
τρώγεται;
—  Στα νησιά, βρε, συνεχίζει ο πρώτος, στα  νησιά  του Αιγαίου.
—  Ά, κατάλαβα, λέει ο δεύτερος. Στις Κυκλάδες θες να πεις.
—  Τί Κυκλάδες και τί Κύκλωπες, λέει ο πρώτος. Ξέρεις τι ωραία ήτανε!
Σου είπα εμένα ο μπαμπάς μου είναι δημόσιος  υπάλληλος  και πήραμε ένα
μήνα άδεια τον Ιούλιο...
Κάπου κει τον διακόπτει ο δεύτερος
—  Καλά, καλά, ξέρουμε και πήγατε στους Κύκλωπες... Εμείς όμως,
συνεχίζει ο δεύτερος, με τη μαμά  και  την αδελφή  μου (αυτός αδελφή δεν
είχε, η μητέρα του ήταν έγκυος για το δεύτερο) πήγαμε στο χωριό του
μπαμπά, στο σπίτι της γιαγιάς και   περάσαμε όλο το καλοκαίρι στο χωριό.
Ο μπαμπάς είχε δουλειά κι ερχόταν μόνο τα Σαβατοκύριακα. Εκεί  να δεις
πράσινο. Εκεί να δεις δροσιά κάτω απ' τα δέντρα. Σκέτος παράδεισος .
Εσύ, ρε, γύρισε και ρώτησε το τρίτο παιδάκι που κάθονταν σιωπηλό. Εσύ
πού πήγες;
Το τρίτο παιδάκι δε βιάστηκε ν' απαντήσει. Σα κινηματογραφική ταινία
πέρασε απ' το μυαλό του όλο το καλοκαίρι.
Ο πατέρας του ήταν άρωστος στο νοσοκομείο. Η μητέρα του μιά στη
δουλειά, μια στο νοσοκομείο. Κι αυτός στο σπίτι κράταγε συντροφιά και
τάΐζε τη μικρότερη αδελφή του. Γύρισε με τρόπο και σκούπισε με το χέρι
του ένα δάκρυ που κύλισε απ' τα μάτια του και μετά με περηφάνεια γυρίζει
στους άλλους δύο πιτσιρίκους και λέει.
— Εγώ, ρε, εμείς, φύγαμε γ:α διακοπές το δεύτερο δεκαπενταύγουστο του
Αυγούστου...
Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι του σχολείου και η καθαρίστρια που
είχε ακούσει τα τρία παιδιά, όταν έμεινε μόνη στο διάδρομο, σκεφτόταν.
"Του χρόνου, πρώτα ο Θεός, άμα είμαι ζωντανή, λέω κι εγώ να πάρω τις
διακοπές μου, τις πρώτες διακοπές της ζωής μου, το πρώτο
δεκαπενταύγουστο του Αυγούστου..."

Μαρία με τα κίτρινα

================

Η Αγγλική άνευ διδασκάλου.

 Συμπληρώστε:

    - Touch me anywhere..........................( I am, you want )

-------------------

Eρωτήσεις.

- Σαφής ερώτηση: "Με τί περνάμε, με Γρηγόρη ή με Σταμάτη;"
- Ασαφής ερώτηση: "Με τι περνάμε, με κόκινο ή  με πράσινο;"
Εδώ μπορεί να σας πουν:  "Εγώ περνάω με μπλε!"

-----------------------

Ερωτική ιστορία ταχύτητας.

Του άρεοε πολύ η μυτούλα της η πουαντύ.

Πήγανε για ένα τσίν-τσίν και βρέθηκαν τσίκ του τσίκ !

--

Άλλη μια απούσα

Άλλη μια απούσα

Πού νάσαι, πού νάσαι,
μου λείπεις κι απόψε!
Μπορείς και κοιμάσαι
μονάχη κι εσύ;

Πού νάσαι, πού νάσαι,
ας τόξερα μόνο
ναρχόμουν να πιούμε
λιγάκι κρασί.

Κρασί της αγάπης
που μόνο ενώνει
εσένα κι εμένα 
για νέα ζωή.

Γ.Μ.

Η Γαλήνη.

(Αν η ειρήνη ήταν σαν την "ωραία Ελένη" θα είχαμε πόλεμο Τρωικό
και όχι πυρηνικό.)

Εκείνο το πρωί - ποιός τάχα μπορεί να είναι βέβαιος - δεν ήταν βέβαιος
αν είχε ξυπνήσει. Του φάνηκε πως έβλεπε τους έλληνες και τις ελληνίδες
να σηκώνονται απο τα κρεβάτια τους μ' ένα χαμόγελο ζωγραφισμένο στο
πρόσωπο τους. Ύστερα, αφού έφαγαν το πρωινό τους και ήπιαν και απο
ένα ποτήρι χυμό φρoύτων, ξεκίνησαν εύθυμοι για τις δουλειές τους. Τα
παιδιά πήραν τις τσάντες τους και δρόμο για το σχολείο. Τα μωρά πήραν
τις πιπίλες τους και τις ρουφούσαν αχόρταγα. Και οι γιαγιές παραξενεύ-
ονταν πως δεν κατουρήθηκαν πάνω τους από τη χαρά τους.
Εκείνη τη μέρα κανείς υπουργός, κανένα σωματείο, κανένας αθλητικός
παράγοντας δεν είχε κάνει καμιά δήλωση. Κανένα έγκλημα ή τροχαίο
δυστύχημα ή πυρκαγιά δεν αναφέρθηκε. Οι εφημερίδες δεν κυκλοφόρη-
σαν γιατί δεν είχαν καμιά είδηση να γράψουν. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί
δεν έκαναν κανένα σχόλιο, αλλά έπαιζαν συνεχώς δημοτικά και λαϊκά
τραγούδια. Σε λίγο ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους και άρχισε να
χορεύει.

Τί να συνέβαινε άραγε;

Μήπως κάποιος αρμόδιος είχε ανακηρύξει τούτη τη μέρα σαν πανελλήνια
ημέρα γαλήνης;

Εκείνο το πρωί - ποιός τάχα μπορεί να είναι βέβαιος - δεν ήταν βέβαιος
αν είχε ξυπνήσει. Μα αν αυτό που έβλεπε ήταν όνειρο - σκεφτόταν - τότε
τί πείραζε να μη ξυπνούσε για πάντα. εκείνο το πρωί ...

Μαρία με τα κίτρινα

----------
Ήταν φανερό, του έλειπε η γυναίκα. 'Ηταν ένας άνδρας ...
----------
Αρραβώνες.
Ο κ.Χ και η δ. Ψ. ετέλεσαν τους αρραβώνες τους.
Τους ευχόμαστε να καταλήξουν σε γάμο...

Έκτακτο

Για να δροσιστείτε.

1ο. Βγάλτε την κεραία της τηλεόρασης, θα εχετε στην οθόνη σας
      χιόνια.
2ο. Πάρτε τηλέφωνο σε ραδιοφωνικό σταθμό, να σας βγάλει στον
      αέρα.
3ο. Τρώτε αγγουράκια, ένας στους δύο δροσίζεται.
4ο  Όταν το κάνετε, ό,τι κι αν κάνετε, αναπνέετε ρυθμικά.


-

Ο κοντραφάλτσος

Τίτλος. Ο κοντραφάλτσος.

Μυθιστόρημα τύπου W.C., γεμάτο από έλλειψη μουσικής φαντασίας ...

Υπότιτλος. Όταν όλοι ακούν, κάποιοι πρέπει να βλέπουν.

Έδώ αρχίζει.

Πηγαινόφερνε τον πιτσιρίκο το γιό του στο Ωδείο. Τί τρέλλα κι αυτές
οι μαμάδες να θέλουν να κάνουν τα παιδιά τους μουσικούς! Μόδα είναι,
θα περάσει, σκεφτόταν.

Ο άνθρωπος δεν είχε ιδέα μουαικής, που λένε. Όταν αυτός ήταν σάν τo
γιό του μικρός, στο χωριό του μόνο ένα ραδιόφωνο υπήρχε. Και κάτι
κλαριντζήδες που πήγαιναν στους γάμους και στα πανηγύρια.

Τις Κυριακές και γιορτές στην εκκλησία πήγαινε κοντά στov ψάλτη και
 προσπαθούσε να κρατήσει "το ίσον" αλλά ο ψάλτης τούκανε νόημα να
σταματήσει.

Στο Ωδείo, καλημέριζε και χαμογελούσε σ όλους. δάσκαλους και
μαθητές. Τούς ζεχώριζε μόνο απο την ηλικία. Όταν έβλεπε κάποιον
να κρατάει ένα μουσικό όργανο, τον θαύμαζε και του έκανε τόπο να
περάσει.

Ένιωσε για πρώτη φορά άνετα σε κείνο το περιβάλλον όταν κάποιος
καλός άνθρωπος που καθόταν δίπλα του σε μιά συναυλία του
εξήγησε πότε πρέπει να χειροκροτάει και πάτε πρέπει να ξεροβήχει.

Με τον καιρό ο γιος του μεγάλωσε και πήγαινε μόνος του στο Ωδείο.
Αυτός πήγαινε μόνο στις συναυλίες.

Τώρα πιά με nολλή άνεση μπαινόβγαινε στις αίθουσες των συναυλιών.
Το χειροκρότημα του ακουγόταν πεντακάθαρο, δυνατό καί στην ώρα του.
Με τov ξερόβηχα δεν τα κατάφερνε και τόσο καλά. Αλλά τί πειράζει.
Υπήρχαν κι άλλοι στην αίθουσα.
Κάποιο βράδυ, θυμάται, τήν ώρα που όλοι έδιναν συγχαρητήρια στο
μαέστρο για την επιτυχημένη συναυλία που περιλάμβανε και διασκευές
σύγχρονων ξένων τραγουδιών, πρότεινε στο μαέστρο να διασκευάσει
και κανένα ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Ο μαέστρος χαμογέλασε κσι τον
ευχαρίστησε όπως έκανε και στούς άλλους πcυ τούδιναν τα συγχαρητή
ρια. Ποτέ του δεν σκέφτηκε ότι μπορεί ο μαέσrρος να μην κατάλαβε τι
του είπε γιατί πίστευε ότι ένας μαέστρος είναι αδύνατο να μη μπορεί να
καταλάβει έναν φάλτσο!
Τα χρόνια περνούσαν κι ο φίλος παρακολουθούσε σχεδόν όλες τις
συναυλίες.Ο βήχας του ακουγόταν πιά πεντακάθαρος., δυνατός και
περίπου στην ώρα του.Με το χειροκρότημα δεν τα πήγαινε και τόσο
καλά. Αλλά τί πειράζει. Υπήρχαν κι άλλοι στην αίθουσα.

Δεν ξέρω αν εδώ τελειώνει...

=========
Πράγματι οι διαφωνίες προκαλούν ένταση στη ζωή μας. Όμως μη

στεναχωριέστε, έχουν και αυτές τις "λύσεις" τους, 'οπως και οι "διά-
φωνες συγχορδίες"

Ο …νίκης και το «χρυσό» του.

Πλάνες αρχείου.
Σκηνοθεσία Geostef the Soft.
Μουσική υπόκρουση ο ύμνος των ολυμπιακών αγώνων.



((( Γράφτηκε για ένα διαγωνισμό,για τους
))) Ολυμπιακούς Αγώνες. Συμμετείχαν
))) 300. Αυτό βγήκε Λεωνίδας, όπως λένε,
))) οι τρακόσοι κι ο Λεωνίδας;;;;   ))) 
------------------------
                                                   

΄Ηταν ωραίος!
     Όχι δηλαδή που όλες οι γυναίκες πέφτανε σα θερισμένα στάχυα στο πέρασμα του, όχι κατά πως λέγανε στο χωριό του οι θείες του από τότε που ήτανε παιδάκι “καλέ, αυτός του παπού του έμοιαξε!”, αλλά, με τη συνήθεια που είχε, όταν βρισκόταν στο ταβερνάκι της γειτονιάς του, να κερνάει τα διπλανά τραπέζια όλοι του φωνάζανε  «Στην υγειά σου! Είσαι ωραίος!»

Ήταν μεγάλος!
     Όχι δηλαδή που είχε τα χρονάκια του, όχι που στο χωριό του «μπάρμπα» τον φωνάζανε, αλλά, με τη συνήθεια που είχε να μη χαλάει χατίρι, οι συνάδελφοι του στη δουλειά συχνά του φωνάζανε “Μήπως σου περισσεύει κανα τσιγαράκι, μεγάλε»!

Ήταν αληθινός!
     Πολλές φορές το σκεπτόταν κι ένιωθε περήφανος για τον εαυτό του! “Εγώ, που λες, φίλε μου, δεν μ’ αρέσουν τα ψέματα!  Εγώ και σε δέκα γυναίκες να υποσχεθώ παντρειά, θα τηρήσω την υπόσχεσή μου”! ΄Ελεγε.

     Κι ύστερα μελαγχολούσε λίγο γιατί το μυαλό του γύριζε στα παιδικά του χρόνια, τα δύσκολα, που για να βοηθήσει την οικογένεια του δεν πήγε σχολείο γιατί έπρεπε να δουλεύει. “Αν μάθαινα και λίγα κολυβογράματα”, σκεφτόταν. Κι ύστερα, “τί να τα κάνεις τα γράματα;  Τάμαθες, αν τάμαθες, σε λίγο τα ξέχασες”, έλεγε στο διπλανό του στο ταβερνάκι. “Τζάμπα χρόνια τα σχολεία!  Το πνεύμα”, έλεγε, “το πνεύμα έχει σημασία. Το πνεύμα είναι αθάνατο, κρατάει χρόνια.  Αρχαίο πνεύμα αθάνατο!”
     “Καλά κάναν και θέλαν να βγάλουν απο τα σχολεία τα αρχαία ελληνικά. Μόνο το πνεύμα να μείνει! Αρχαίο πνεύμα αθάνατο. Πνεύμα ο Θεός, που έλεγε κι ο παπα Θανάσης...”

     Διψούσε για δράση. Διψούσε για ζωή. Μέσα του έκαιγε μια φλόγα. Ο ίδιος ήταν ένας κινούμενος πυρσός. Δουλειά όλη μέρα σα μηχανή εσωτερικής καύσης και το βραδάκι ένα δυό ποτηράκια στη “μικρή βουλή” , στο ταβερνάκι της γειτονιάς, με τα φιλαράκια. Έτσι για νάχει όνειρα γλυκά. Ονειρεμένη ζωή!
     Όλοι τον αγαπούσαν. Είχε μεγάλη δημοτικότητα. Ίσως γι΄αυτό δεν έκανε μεταδημότευση. Και πιο πολύ απ΄όλους η Μαριώ.

     Τις σκέψεις του διέκοψε ένα κορνάρισμα αυτοκινήτου που πέρναγε απ’ το δρόμο.
Ευτυχώς! Εκείνη την ώρα άρχιζε η τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων. ΄Αραξε πιο αναπαυτικά στην τριζάτη παλιά πολυθρόνα του και προσηλώθηκε στην τηλεόραση. ΄Αλλη φορά τα λέμε σκέφτηκε, τώρα να δούμε την τελετή. “Τελετή”, σωστά τ’ ακούει, αλλά δεν βλέπει πουθενά “γραφείο τελετών”. Δεν θα είδα καλά σκέφτηκε. Δεν πειράζει. Αρκεί η τελετή.

     Για κοίτα! ΄Ενας αρχαίος πετάει. Νάναι ο Ίκαρος; Είχαν και τότε σχολή Ικάρων; Μπράβο, τους αρχαίους! Πολύ προχωρημένοι. Ή μήπως είναι κανένα UFO. Πολύ προχωρημένοι οι αρχαίοι!

     Και συρτάκι, έ; Τι μας έχεις κάνει τέλος πάντων καλέ κύριε Ζορμπά. Δεν μπορούσες να χόρευες και κανα ζεμπέκικο, δηλαδή. Έστω, τον «Τσακατσούκα». Ωραίος. Άκου:
     «Όταν ήμουνα μικρός θυμάμαι ότι
     για το χατίρι μιας γειτόνισας μικρής
     ο τσακατσούκας μου άναβε με την πρώτη
     μα τώρα ούτε με τις δεκατρείς!”

     Γειά σου, Νικόλα  χρυσοδάχτυλε, με το μπουζούκι σου! Γειά σου και σένα, Βασιλάκη  χρυσόστομε, με τό τραγούδι σου. Γκαρσόν, στείλε ρετσίνες στα παιδιά. Και λουλούδια! Πολλά λουλούδια, λουλουδού...

     Φώτα! Πολλά φώτα! Πυροτεχνήματα! Τι πολιτισμός, οι αρχαίοι! Τα φώτα του πολιτισμού θάναι. Πολλά! Δόσανε και και στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. ΔΕΗ της ανθρωπότητας οι αρχαίοι! Πρώτοι στην παγκοσμιοποίηση οι αρχαίοι!

     Η παρέλαση των αθλητών! Απ΄όλες τις χώρες του κόσμου. Μπροστάρης ο δικός μας. Με το ένα χέρι, πρωτοφανές,  τεντομένο μπροστά κρατούσε τη σημαία μας. Περήφανα και καμαρωτά. Έτσι τις κρατούν τις σημαίες, κύριοι επιστήμονες. Αν θέλετε ν΄ανάβετε φωτιές στου Αη Γιάνη, καλύτερα , κάψτε τα πτυχία και τα διπλώματα σας.
     Πίσω του οι υπόλοιποι αθλητές με τοπικές της χώρας τους ενδυμασίες. Και με τις σημαίες τους! Πολυχρωμία. Χαρωποί, καμαρωτοί χαιρετούσαν τα πλήθη που τους υποδέχονταν με χειροκροτήματα απ΄τις κερκίδες. Μερικοί απ΄αυτούς σήκωναν τις ψηφιακές μηχανές και φωτογράφιζαν τον κόσμο. Η ψηφιακή τεχνολογία μεγάλη υπόθεση. Αλλά και σ΄αυτή πρωτοπόροι ήταν οι αρχαίοι. Με την ψήφο τους εξέλεγαν τους άρχοντες τους. Ψηφιακή δημοκρατία οι αρχαίοι μας.

     Πάλι στη χώρα τους οι ολυμπιακοί αγώνες. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η ιστορία...Τι μου θυμίζει αυτή η λέξη...Ωραία ιστορία! Εκείνη η τουρίστρια. Τι κούκλα! Στα νιάτα του. Την είχε γνωρίσει, λίγο πριν παντρευτεί, σε μια παραλία.
«You are my destiny”, (είσαι το πεπρωμένο μου) της είχε πετάξει τότε, από τα λόγια ενός τραγουδιού που ήταν της μόδας.
     Εκείνη μονολόγησε χαμογελαστή.
Oh my God! (θεέ μου).

     Τις ξένες λέξεις αλλά και τις δικές μας τις ερμήνευε κατά το γούστο του. Αυθεντία! Με είπε «θεέ μου», έτσι το έπιασε το τελευταίο. Είμαι ο θεός της! Πρέπει επειγόντως να τηλεφωνήσω για δωμάτιο στον Όλυμπο, σκέφτηκε. Και της απάντησε.
«Oh my gold” .  (Χρυσό μου).

     Ήταν πολύ ποιητικό. Είχε ομοιοκαταληξία με το « oh my God » εκείνης. Ωραία ιστορία. Τί τα θες, όμως...Μάρω, Μάρω, μια φορά ειν’ τα νιάτα. Αλλά η Μάρω στα νιάτα του είχε πάρει όλα τα δικαιώματα της. Είχε πάρει την προτεραιότητα. Τον πήγε στην εκκλησία με παπά και με κουμπάρο. Και την τουρίστρια την πήρε τ΄αεροπλάνο.
Καλή κι η Μαριώ, δε λέω. Πέρασαν όμορφα τα χρόνια μαζί. Αλλά τελευταία,πολύ ατυχία, βρε Μαριώ. Γιατί τόσο γρήγορα, πολλά είχες να δώσεις ακόμα. Θεός σχωρέστην. Ησύχασε. Κι αυτός μαύρη μοναξιά. Παρηγοριά του η γνωστή δημοτικότητα του.
 Στο μυαλό του στριφογυρνούσε μια ιδέα. Μιά στα νιάτα και μια στα γεράματα, σκεφτόταν! Ποιά γεράματα. Σβήσε αυτή τη λέξη. Το άπαν είναι η ιδέα. Πρέπει να έχεις ιδέες. Παραδείγματος χάριν, η ολυμπιακή ιδέα! Χωρίς ιδέες ο άνθρωπος ένα τίποτα είναι. Ένα σκέτο κρεατοκόκκαλο είναι!
     Αυτή η ιδέα του δεν ξέρουμε άν μπορούσε να χαρακτηριστεί ολυμπιακή, αν και έφερε μεθ’ εαυτής πλείστα όσα γννωρίσματα της ολυμπιακής ιδέας!

      Η πόλη του είχε χαρακτηριστεί ολυμπιακή πόλη. Οι δρόμοι είχαν ολυμπιακή λουρίδα κυκλοφορίας. Το ένα και μοναδικό γήπεδο της είχε χαρακτηριστεί ολυμπιακό. Πολλοί νεότεροι φίλοι του είχαν δηλώσει ολυμπιακοί εθελοντές. Αυτός όχι. Η εμπειρία του εθελοντή είναι μοναδική! Κι αυτός είχε υπηρετήσει για τη στρατιωτική του θητεία ως εθελοντής στην αεροπορία. Μια φορά εθελοντής φτάνει!

     Θα πάω, είπε με αυτοπεποίθηση. Θα πάω στο γήπεδο. Εισιτήριο είχε. Tου το είχε κάνει δώρο ένας τροχονόμος. Αν με το αυτοκίνητο σου πατούσες την ολυμπιακή λουρίδα κυκλοφορίας, οι τροχονόμοι μαζί με το πρόστιμο σου δίναν δώρο ένα εισιτήριο για τους  ολυμπιακούς αγώνες.
     Ηλπιζε ότι θα είχαν έλθει και αρκετοί ολυμπιακοί επισκέπτες. Εξωτερικού μας ενδιαφέρουν.  Και επισκέπτριες! Μας ενδιαφέρουν. Και το σημαντικό, να μη το επαναλαμβάνουμε, είπαμε, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Oh my God!

     Και το θαύμα έγινε!
Are you an olympian visitor? της πετάει χαμογελαστός. ( Είστε μια ολυμπιακή επισκέπτρια;)
Ηταν μια ψηλή λυγερόκορμη κοπελάρα με όλα της τα κομφόρ, πάνω από εξι με εφτά μπωφόρ, που περπάταγε στην παραλία.
Όχι του λέει, sorry, πάω διακοπές στη Ρόδο.

Αισθανόταν οτι έχανε στον πρώτο γύρο, αλλά, αν και κοντός, που θάπρεπε μάλλον να θυμηθεί την ιστορία του Δαυίδ και του Γολιάθ, αυτός  θυμήθηκε τον Αίσωπο! Ακόμα κι αν όλα τα αρχαία ελληνικά τα βγάλουν απ΄ τα σχολεία, τον Αίσωπο θα πρέπει να τον διδάσκονται όλα τα παιδιά. Από δύο έως ογδόντα δύο ετών. Εκείνο το ωραίο του Αισώπου.
Έλα, καλέ, της λέει, και δω το ίδιο είναι. Ίσως και πιό ωραία. «Εδώ (!) η Ρόδος, εδώ και το πήδημα!» , που λέει και ο Αίσωπος!

     Είχε ακούσει πως οι τουρίστριες είναι διαβασμένες και τρελαίνονται με τα έργα και τα λόγια των αρχαίων. Και η μυθολογία τους αρέσει και οι μύθοι του Αισώπου τις συγκινούνε. Αλλά κι αυτός το ένιωθε. «Το παραμύθι...τί σου είναι το παραμύθι... και που δεν περνάει το παραμύθι...», έλεγε συχνά στα φιλαράκια. Κι ο ίδιος  φημιζόταν για το παραμύθι του...Κι άρχισε τότε να την παραμυθιάζει, κουνόντας χέρια και πόδια για να συμπληρώνει τα λίγα αγγλικά του,  πως για χατίρι της και ολυμπιονίκης θα γινόταν! Αν όχι στο τριπλούν, σίγουρα στο απλούν. Άλμα είναι κι αυτό. Κι αν πάλι κάτι δεν της αρέσει, βλέπουμε. Είναι πολλά τα ολυμπιακά αγωνίσματα!
     Της φάνηκε πολύ αστείος, χαριτομένος δηλαδή, έτσι που τον έβλεπε από ψηλά.
You are very funny,  του είπε χαμογελαστή.

     Ξέρετε οι ψηλές πολύ τους συμπαθούν τους κοντούς. Ψηλούς βρίσκεις όσους θέλεις, εύκολο είναι.Τους ξεχωρίζεις από μακριά. Για να βρείς κοντό όμως πρέπει να ψάξεις. Ενας κοντός χάνεται ανάμεσα στους ψηλούς...Κι ο δικός μας έπιασε τη λεπτομέρεια. Το άλμα επί κοντώ θα της αρέσει καλύτερα, σκέφτηκε!
     Σαν καλύτερα πάμε στο δεύτερο γύρο, όπως δείχνουν τα πράματα. Και νάτον τώρα να στέκεται μπροστά στον ψηλά ανεβασμένο πήχυ με το κοντάρι στα χέρια. Ο κοντός έτοιμος για το άλμα επι κοντώ! Κύταξε μιά προς στίς κερκίδες και, μόλις είδε εκείνη να του χαμογελά και να τον χαιρετάει κουνόντας  το χέρι της, κρατώντας σταθερά το κοντάρι έδωσε ένα σάλτο και σα φτερωτός θεός τινάχτηκε στα ύψη σπάζοντας όλα τα ρακόρ!  Κι η τουρίστρια  όταν είδε τα φτερά του, φτερά του έρωτα, ν΄ανοιγοκλείνουν άπλωσε τα χέρια της, και καθώς εκείνος έπεφτε τον έπιασε στην αγκαλιά της με τρυφερότητα σαν ένας σύγχρονος Μορφέας. Η μυθολογία έκανε το θαύμα της.
     Ρίγησε το κορμί της με ένταση έξι κόμα πέντε ρίχτερ όπως ανακοινώθηκε από το σεισμολογικό ινστιτούτο. Ρίγησε το κορμί της και ράγισε η καρδιά της ψηλής, που ο κοντός νόμιζε πως ήταν από πέτρα. Ράγισε η καρδιά της κι έγινε χίλια δυό κοματάκια σαν το χίλιες και μια νύχτες συν ένα. Και τα κοματάκια της καρδιάς της ψηλής, σαν μπίλιες από περιδέραιο που κόπηκε η κλωστή του, σκόρπισαν πάνω στις κερκίδες. Κι από κάθε κοματάκι της καρδιάς της ψηλής πετάχτηκε κι από μια νέα τουρίστρια και γέμισαν οι κερκίδες από χίλιες δυό τουρίστριες σαν το χίλιες και μια νύχτες συν ένα. Κι όλες μαζί οι χίλιες δυο τουρίστριες, όρθιες πάνω στις κερκίδες, σηκώνοντας ψηλά και κουνόντας κυματιστά τα χεράκια τους, ζητοκραύγαζαν ασταμάτητα «χε-λάς-χε-λάς-χε-λάς...»

     Σ΄αυτό το σημείο ο κοντός έπαψε να αμφιβάλει αν η ιδέα του, που έφερε μεθ΄εαυτής πλείστα όσα γνωρίσματα της ολυμπιακής ιδέας, ήταν ολυμπιακή!
Το κέρδισε το «χρυσό του».  Oh my gold! (Χρυσό μου!)

     Καλά ρε αυτός με τ’ αυτοκίνητο εδώ την έχει στήσει; Και γιατί δηλαδή ξανακορνάρει, βαλτός είναι να μας χαλάσει τ’ όνειρο. Μπας και κορνάρει κι αυτός καμιά ολυμπιακή επισκέπτρια για να της δείξει τ΄αξιοθέατα; ΄Ερχεσαι δεύτερος φιλάρα! Το μόνο που σου λέω, θυμήσου τον Αίσωπο και άσε τα κορναρίσματα, πανάθεμα σε...Πόσο θα ζώ να σας μαθαίνω!

     ΄Αστα να πάνε, φίλε. Όπου νάναι αρχίζει η τελετή λήξης των ολυμπιακών αγώνων. Ίσως αυτή η τελετή να διαθέτει και κάποιο γραφείο τελετών. Αχρείαστο νάναι, καλή μου Μαριώ. Όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν. Κι η ζωή τελειώνει. Και η ζωή συνεχίζεται. Κι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Don’t worry, baby!  Να μη στενοχωριέσαι! Θα ξανάρθουν πάλι οι ολυμπιακοί αγώνες στη χώρα που γενήθηκαν. Κι οι τουρίστριες θα ξανάρθουν. «Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι»..

20 Σεπτ. 2004
Θεσσαλονίκη

Ξενοιασιά.

Ξενοιασιά.

Επήγαινε χωρίς να ξέρει που
ποιόν τάχατες μπορούσε να ρωτήσει
ο δρόμος ήτανε μακρύς
κι ο ήλιος κάπου πήγαινε κι αυτός
μάλλον κατά τη δύση.

Εβράδυασε. Μαζί κι η σιωπή
ποιός τάχατες μπορούσε να μιλήσει
κι εκείνος μόνος, μοναχός
κάτι φαινόταν νάθελε πολύ, μα τί
να κοιμηθεί ή και να δύσει.

Εσύ, ζωή μου.

Εσύ, ζωή μου.

Τον έρωτα προτίμησα
απ' την πραγματικότητα.

Την πραγματικότητα προτίμησα
απ' την αποτυχία.

Την αποτυχία προτίμησα
απ' το θάνατο.

Το θάνατο θα προτιμήσω
αν πάψεις κάποτε
εσύ να μ' αγαπάς.

Ανοιχτή επιστολή.

=====Είχαν γραφτεί για ένα ας το πούμε περιοδικάκι ενος  ΙΕΚ
με τίτλο  ΙΕΚρηξη =========

30/01/98

             'Nonsenso' Texts and ...Textiles.
             (for readers and ...riders.)

         Ανοιχτή επιστολή.
   
     Ζηλεύωωω...

     που δεν ήμουν εγώ αυτός που τηλεφώνησε στην εφημερίδα
σας και ανέλαβε την ευθύνη της ΙΕΚρηξης!

    Παλιότερα είχα προσπαθήσει κι εγώ να βρώ τρείς λέξεις με
αρχικά τα αρχικά Ι.Ε.Κ που να εκφράζουν κάτι πιό χαριτωμένο
από το τόσο πεζό "Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης".
Δοκίμασα πολλούς συνδυασμούς λέξεων. Κανένας  συνδυασμός
δεν με είχε κερδίσει  όπως το δικό σας "ΙΕΚρηξη" κι αυτό γιατί
κανένας απ' τους δικούς μου συνδυασμούς δεν είχε μέσα του
την έμπνευση.

     Γιά παράδειγμα, θυμάμαι, το "Ι-νστιτούτο Ε-λληνίδων
Κ-αλλονών". Καλούτσικο, δε λέω, αλλά μου φαινόταν πως
έδινε περισσότερη ισότητα στην ισότητα. Αδικούσε αρκετά 
τα λεβεντόπαιδα. Τα λεβεντόπαιδα, τα ψηλά, τα κρεμαστά, τα
παληκάρια, με τα ζάρια, τα  ψηλοκρεμαστά, σαν τους ..."κρεμα
στούς κήπους της Βαβυλώνος" (!) , αυτό το θαύμα απ' τα εφτά,
εφτά τραγούδια θα σου πω,  τά λεβεντόπαιδα, λέγω, που,  όπως
όλοι οι έλληνες, φημίζονται δια τόν πατριωτισμόν των ελλήνων,
υψηλόν παράγοντα πάσης ανάπτυξης της χώρας, μηδέ και και
αυτής  της τουριστικής εξαιρουμένης,  εξ ού και το περίφημον
"Η τήρησις του παρόντος Συντάγματος αφιερώνεται εις τον πατρι
ωτισμόν των ελλήνων", των ψηλών, των κρεμαστών, των ψηλο
κρεμαστών  και τα λοιπά και τα λοιπά.

    Βέβαια το γεγονός ότι θα μπορούσα να είχα διαπράξει μιά
τέτοια αδικία , δηλαδή να δώσω περισσότερη ισότητα στην
ισότητα του ωραίου με  ύψιλον φύλου, θα είχε και κάποιο ελα
φρυντικό και εννοώ την επιστημονική ιατρική διάγνωση της ια
τρικής επιστήμης ότι  βεβαιούμεν ότι ο γράφων, καθ' όλα υγιής,
αλλά και αρτιμελής,  εμφανίζει - δοθείσης και της  ευκαιρίας  -
μίαν αδυναμίαν πρός το με ύψιλον ορθογραφούμενον ωραίο,
καταλαβαίνετε, αλλά πάντοτε, η αδυναμία του αυτή, καίτοι χρονία
και κατά το μάλλον ή ήττον ανίατη, κινείται και περιορίζεται μες
τα όρια του φυσιολογικού...Προφανώς, το ωμέγα με -νώς.
Οι βεβαιούντες  Ιατροί, έπονται υπογραφές επιστημόνων
τέσσερις , όπως το γενεές δεκατέσσερις, και εν  συνεχεία
"ακριβές αντίγραφον" εκ του εις χείρας μου πρωτοτύπου " τοιούτου" (!) , 
ΟΗ (;) Γραμματέας του ΙΕΚ  και εκατονπεντήκοντα δραχμές χαρτό
σημα ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ...

     Αλλά και αν ακόμα διέπραττα μιά τέτοια αδικία, αισθανόμουν
ότι θα έβρισκα την κατανόηση - εσείς τί λέτε - της πλειοψηφείας
των ψηλών, των κρεμαστών, των ψηλοκρεμαστών  γιατί ενδόμυ
χα κάτι μου λέει ότι κι αυτοί, οι ψηλοί, οι κρεμαστοί, οι ψηλοκρε
μαστοί, θα πρέπει να είναι και αυτοί κατά κάποιο τρόπο, ούτως ει
πείν, φορείς , πως να το πω, αυτής της ίδιας με του γράφοντος αδυ
ναμίας. Το λέει κι παροιμία, δηλαδή, μ' όποιον δάσκαλο καθήσεις
κλπ. Κι όμως, καλή μου, ποτέ δεν ξέρεις, ίσως κάποτε, αυτές οι
δυό αδυναμίες τι θα φέρουν! Είναι γνωστό αυτό που λέει "δύο αρνή
σεις ισοδυναμούν με μιά κατάφαση" και κατά συνέπεια δύο αδυνα
μίες ισοδυναμούν με μιά δύναμη. Και μη μου πείτε τώρα πως δεν
έχει φάση η κατάφαση!

     Δεν θάθελα να μακρηγορήσω περισσότερο ελπίζοντας
να έχω αργότερα κι άλλες ευκαιρίες να τα λέμε  από τις φιλό
ξενες στήλες της ΙΕΚρηξης, όσες τέλος πάντων παραμείνουν
όρθιες, μετά την ΙΕΚρηξη, κατά τη μακραίωνα διάρκεια της,
της ΙΕΚρηξης, που ολόψυχα εύχομαι. Θάθελα όμως να διευρι
νίσω μερικά πράγματα σχετικά με τα εγγλέζικα μου.

     Nonsenso, όπως κι εσείς αντιλαμβάνεστε, δεν ακούγεται και
πολύ Εγγλέζικο,όπως και τα αγγλικά των ελλήνων δεν ακούγονται
και πολύ σαν τα αγγλικά των άγγλων. Και αυτό το πράγμα είναι
τελείως φυσικό και καθόλου nonsenso γιατί κάθε φορά που οι
Εγγλέζοι θέλουν να πουν ότι αυτό είναι "δυσκόλως κατανοητό
γιά μένα", δηλαδή δύσκολο μέχρι ακατανόητο, δηλαδή κάτι
σαν nonsenso, δεν λένε "αυτό μου φαίνεται ακατανόητο" ή έστω
και nonsenso, αλλά λένε "it seems greek to me"! Eνώ, αντίθετα 
προς τα εγγλεζάκια, τα καλά παιδιά των ελλήνων των ψηλών,
των κρεμαστών, των ψηλοκρεμαστών, όταν τα στέλνουν οι
μανούλες τους στα φροντιστήρια να μορφωθούν και να μάθουν
αγγλικά και να γίνουν λεπτεπίλεπτοι και ευγενείς σαν τα εγγλε
ζάκια με κοντά παντελονάκια , τα παιδιά λέγω των ελλήνων των
ψηλών, των κρεμαστών, των ψηλοκρεμαστών θυμούνται την
ένδοξη ελληνική  ιστορία και τους ήρωες του είκοσι1, όπως λέμε
Αντ1, και απαντούν στη μαμά τους: εγώ, μαμά, "Greekός  γεννήθηκα,
Greekός θε ν' αποθάνω"!

     Η ανάλυση του nonsenso όπως, μετά ταύτα, ευκόλως αντιλαμβά
νεστε δεν είναι δυνατόν να εξαντληθεί στο πρώτο αυτό άρθρο. Θα
συνεχίσουμε ακάθεκτοι και με άλλες ΙΕΚρήξεις, μέχρις εξαντλή
σεως τόσον του θέματος όσον και  εξαντλήσεως της υπομονής υμών
των αναγωστριών τε και αναγνωστών και μας συγχωρείτε που το
λέμε τόσο ωμά, αλλά βλέπω ότι  επιμένετε να σας πω τουλάχιστον
ακόμα ένα παράδειγμα, μα τέλος πάντων τι φιλομάθεια είναι αυτή,
καλά, καλά, κάντε λίγη ησυχία, ευχαριστώ.


     "Πολλές φορές μου λές πως θα φύγεις, πολλές φορές μου
λες ταράμ, τάτα...", είστε λιγάκι άτυχοι, αυτό δεν είναι στο θέ
μα μας, αλλά μόλις τώρα ήρθε απ' την εκκλησία η μπέμπα μας,
τριών χρονών και κάτι ψιλά, μη μας ακούσει που βγάζουμε στη
φόρα τα χρόνια της και μας φτύσει, και έτρεξε αμέσως στην τηλε
όραση ν' ακούσει τη Μαίρη Λίντα ή κάποια τέτοια  μακραίωνη
σαν την ΙΕΚρηξη κυρία ή κύριο, που επιμένει να παίρνει "τόπο
στα νιάτα". Εδώ που τα λέμε και μεις που τώρα προσπαθούμε να
  γράψουμε αυτό το άρθρο,ας μας το συγχωρήσει η κυρία Λίντα
και όποια άλλη μακραίωνη σαν την ΙΕΚρηξη κυρία, γιατί όσο και
αν φαίνεται nonsenso και ο γράφων είναι κι αυτός θύμα του πατρι
ωτισμού των ελλήνων και των ηρώων του είκοσι1,όπως λέμε Αντ1,
και προσπαθεί κι' αυτός  να ακολουθήσει τη λαϊκή εντολή και να
πάρει "τόπο στα νιάτα". Αν είναι δυνατόν, Θεός φυλάξοι και Θεός
σ'χωρέστον!...

     Και ιδού η Ρόδος!
     Με την τόση προσήλωση των ελλήνων εις το πατριωτισμόν
των ελλήνων ακούγεται σαν nonsenso το περιβόητο ποιμενικό
"Τ' έχουν τα έρμα και ψοφούν, με τον ήλιο τα βγάζω, με το ήλιο
τα βάζω"!      

     Εκείνη τα φταίει όλα . Εκείνη η nonsenso στο τελευταίο θρανίο.
Εκείνη που χασμουριέται. Ω, εκείνη! Η παράνομη. Απαγορεύεται
αυστηρότατα στους καταρτιζόμενους και στους εκπαιδευτές. Το
χασμούρισμα. Εκείνη, όμως, ώ εκείνη, ακόμα χασμουριέται, σαν
να μας λέει, κορόϊδα, για τους καταρτιζόμενους και τους εκπαιδευ
τές απαγορεύεται και δη και αυστηρότατα, αλλά, ό,τι για τους καταρ
τιζόμενους και τους εκπαιδευτές αυστηρότατα, δεν ισχύει - ώ, εκεί
νη - και για τις καταρτιζόμενες και κατ' επέκτασιν και  λίαν επιεικώς
και γιά τις εκπαιδεύτριες...

    Δεν είμαι βέβαιος άν είναι το χασμούρισμα ή εκείνη, αλλά για
τούτο είμαι βέβαιος, νυστάζω, νυστάζω αδυσώπητα, δεν αντέχω
άλλο, εσύ φταις για όλα, πάω γιά νάνι, σε σένα μιλάω, μ' ακούς,
εσύ, καλέ, εκείνη, ώ εκείνη...μάλλον κι αυτή αποκοιμήθηκε...

     [ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ : Λαγός τη φτέρη έπαιζε, κακό του κεφαλιού
     του έκανε.]
     [ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ : Εγώ κι εσύ κι ένα PC, σ' ένα νησί.]              

                                                                                                      Ευπειθέστατος ο αιτών 
                                                                                                                        

                                                                                                      

Happy Birthday

Happy birthday του αγοριού...

Εφτά χρονών σκοτώθηκε ο πατέρας του. Μάνα και τρεις αδελφούλες
τα μαθήματα του για τις πανελλαδικές. 'Επιασε δουλειά στη ψαρο-
λαχαναγορά, κάνοντας θελήματα.

Στα δώδεκά του έβγαζε τα προς το ζείν (his living ή κάπως έτσι που
έλεγαν κάτι φιλαράκια του).

- ΙΣΟΖΥΓΙΟ της ΖΩΗΣ, να βγάζεις τα έξοδα σου, τόλεγε και ο
καλοκάγαθος δάσκαλος του που του μάθαινε να γράφει, να διαβάζει
και να λογαριάζει.

Τρεις αδελφούλες τις οδήγησε νύφες στην εκκλησία.

Έκανε στρατιωτικό τρία περίπου χρονάκια κι οταν απολύθηκε παρέλαβε
νυφούλα τη γυναίκα του στην εκκλησία.

Όταν μπροστά στην εκκλησία παρέδωσε στο γαμπρό νυφούλα τη
δεύτερη κορούλα του, μετά την πρώτη, έκανε μερικά βήματα προς
τα πίσω, που στεκόμασταν οι φίλοι του, και περηφανεύτηκε:
 - Η πέμτη νύφη που παραδίδω.

Τις ευχές μας για τα γενέθλια του τις δεχόταν έχοντας αγκαλιά μια
εγγονούλα του.

Τον ρώτησα¨: Αυτό θάναι η έκτη νυφούλα, Γιώργη:

Μ απάντησε: Αυτό θάναι η μεταπτυχιακή εργασία μου!!!

 - Να βρούμε κανα πάπυρο να σου κάνουμε ένα πτυχίο κι εσένα,
βρε παιδάκι μου, κάρφωσε κρυφοπερήφανα η συζυγάτα του...

 - Έχω βρεί, της λέει αυτός και χαμογελάει, πολλούς πάπυρους,
αλλά είναι "οξυρύγχιοι"!!!

Χάπυ μπέρθντεη του αγοριού απέναντι που λέει και το άσμα...

ο σύλλογος

Υπερβολές

-

Λαϊκή υπερβολή.

Του/της πέταξε τα μάτια έξω!

Λαϊκή συγκαταβατικότητα.

Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά τόνομα...

-

Καλή Χρονιά

-

Μαρία,
της έλεγε ο Χρυσόστομος, θάθελα να ήμουν Νέος, σαν Νέος Χρόνος!
Να σου χαρίσω τη Χαρά και την Ευτυχία των Ευχών όλου του Κόσμου!
Και να σου αλλάξω τα Κίτρινά σου με Χρυσά, σαν την κυρία Χρύσα μου!
Και μη νομίσεις πως αυτά που σου λέω είναι Πυροτέχνημα...

Καλή Χρονιά σ όλους και όλες, μέλη του Συλλομεσούρ, μέλη μου!...

Ο σύλλογος.

-